Εξ ορισμού η πρώτη διετία της
μελισσανίδειας εποχής (2013-2015) δεν θα μπορούσε να είναι περίοδος
«κανονικότητας» για την Ένωση, εφόσον αυτή βρισκόταν στη Γ’ και τη Β’ κατηγορία. Αλλά
και την επόμενη επταετία, μόνο τη σαιζόν 2017-18 είδαμε ΑΕΚ πρωταθληματικών
προδιαγραφών, ΑΕΚ που πρωταγωνίστησε στη λίγκα, που διεκδίκησε (και ευτύχησε να
κατακτήσει μάλιστα) το πρωτάθλημα. Κανονική, δηλαδή, ΑΕΚ. Η παράταιρη -για την
τρέχουσα διοικητική εποχή- πρωταθληματική πορεία εκείνης της Ένωσης του Μανόλο
Χιμένεθ και οι πρωταθληματικές της δυνατότητες είχαν επισημανθεί εδώ, στις 31
Δεκεμβρίου 2017, στην ανάρτηση «Στο μέσον μιας φυσιολογικής σαιζόν».
Τις δύο -τότε- προηγούμενες
χρονιές (2015-16, 2016-17), καθώς και όλες τις επόμενες, ο σύλλογος ήδη στη
μέση της περιόδου είχε χάσει το τραίνο του πρωταθλητισμού. Φέτος, για πρώτη
φορά μετά την επική κατάκτηση του τίτλου του 2018 βλέπουμε επιτέλους το
Δικέφαλο να καβαντζάρει το πρώτο μισό του πρωταθλήματος με μονοψήφια διαφορά
από την κορυφή (-4). Τη σαιζόν
2018-19 στην 15η αγωνιστική (πρωτάθλημα 16 ομάδων-30 αγωνιστικών τότε)
βρισκόταν ήδη στο -14 (σημ: «αγωνιστικά»,
χωρίς δηλαδή να υπολογίζονται αφαιρέσεις βαθμών από τιμωρίες, βρισκόταν στο
-13). Το 2019-20, την πρώτη χρονιά με το νέο -και έως σήμερα ισχύον- σύστημα
διεξαγωγής τριών γύρων, με 14 ομάδες και διάρκεια έως 36 αγωνιστικές, η 18η
αγωνιστική τον βρήκε στο -13.
Πρόπερσι, τη σαιζόν 2020-21, στο ίδιο σημείο (18η αγωνιστική), βρισκόταν στο -11. Τέλος, πέρσι, τη σαιζόν 2021-22, στο
-12.
Οφείλεται η μειωμένη φετινή
διαφορά από την κορυφή, σε σχέση με τις διψήφιες των περασμένων ετών, στο ότι
τα προηγούμενα χρόνια ο πρωτοπόρος σημείωνε τόσο εξωπραγματικές επιδόσεις που η
ΑΕΚ, όσο καλή και να ήταν, δεν γινόταν να τις ακολουθήσει, ενώ ο φετινός
πρωτοπόρος απλά τυγχάνει χειρότερος; Στις τελευταίες τρεις σαιζόν, του format 14
ομάδες/36 αγωνιστικές, το ορόσημο της 18ης αγωνιστικής το περνούσε 1ος ο ΟΣΦΠ
με τα εξής στατιστικά κατά σειρά: 13-5-0 = 44
β., 15-3-0 = 48 β., 14-4-0 = 46 β.. Ανάλογη όμως είναι η πορεία
του φετινού πρωτοπόρου ΠΑΟ: 14-3-1 = 45
β.. Είναι η ΑΕΚ αυτή που έχει ανέβει ξεκάθαρα, από τις μετριότατες
επιδόσεις της προηγούμενης τριετίας, ήτοι τις: 9-4-5 = 31 β., 11-4-3 = 37 β.,
10-4-4 = 34 β. στο σημερινό
περισσότερο «ανταγωνιστικό» 13-2-3 = 41
β.. Ουσιαστικά η όποια διαφορά στο α’ μισό του πρωταθλήματος ανάμεσα στο
φετινό πρωτοπόρο ΠΑΟ και τον ΟΣΦΠ των προηγούμενων τριών περιόδων οφείλεται
στην απώλεια του αήττητου, στην ύπαρξη μιας ήττας. Από ποιον; Την ΑΕΚ.
Τι είναι αυτό που έχει αλλάξει φέτος
στην ΑΕΚ και από τριτοτέταρτη «κομπάρσα» που παρήγαγε σωρηδόν memes για το
Τσίλι Καφενείο και το Καλτ24 μεταμορφώθηκε σε πειστική διεκδικήτρια του τίτλου,
παίζοντας το πιο ελκυστικό ποδόσφαιρο στη χώρα; Έχει ξεστρατίσει ο «οργανισμός»
από τις τρεις βασικές αρχές της μελισσανίδειας διοίκησης που τον κρατούσαν
δέσμιο αγωνιστικά όλη την προηγούμενη επταετία;
Πρώτο και βασικότερο, η ΑΕΚ επιτέλους ξαναβρήκε «κανονικό» προπονητή, για πρώτη φορά μετά τον Μανόλο Χιμένεθ της δεύτερης κιτρινόμαυρης θητείας (Ιανουάριος 2017 – Μάιος 2018). Λέω μόνο της δεύτερης, γιατί εν συνεχεία, με συνυπεύθυνους εξίσου και τον «οργανισμό ΑΕΚ» και τον ίδιο το Μανόλο, ο τελευταίος κατάντησε καρικατούρα. Ίσως αδικώ τον Βλάνταν Μιλόγεβιτς και να εμπίπτει και αυτός στην κατηγορία των «κανονικών» προπονητών. Ένας, βέβαια, όλως επιεικώς, μέτριων δυνατοτήτων κόουτς που βρέθηκε σε λάθος στιγμή σε λάθος ομάδα, αφού ούτε η ΑΕΚ τον ήθελε (τον ..Λουτσέσκου «έψηνε» ο Μελισσανίδης την άνοιξη του 2021, λύση ανάγκης ήταν ο Σέρβος), ούτε ο ίδιος μπορούσε να ανταπεξέλθει και το γνώριζε. «Λίγος» για ΑΕΚ, προπονητής πάντως.
Γιατί «κανονικός» ο Ματίας
Αλμέιδα; Δεν είναι προφανές; Διότι δεν είναι μαθητευόμενος αμπελοφιλόσοφος που
προσπαθεί «από το πουθενά» να φτιάξει βιογραφικό (Καρντόσο, Γιαννίκης). Δεν
είναι επαγγελματίας βοηθός που έτυχε ως προσωρινός προπονητής να πάρει
πρωτάθλημα και έκτοτε φανερά δεν μπορεί να επωμιστεί το ρόλο του πρώτου
(Καρέρα). Δεν είναι ο ποδοσφαιρικά ημιμαθής του «πανεπιστημίου της ζωής»
Έλληνας με κύριο προσόν «ξέρει-τι-θα-πει-ΑΕΚ»
/ «ξέρει-τι-θα-πει-ελληνικό-πρωτάθλημα»
(Ουζουνίδης, Κωστένογλου, Οφρυδόπουλος). Τη «μαθητεία» του ο Αλμέιδα την έχει ολοκληρώσει
προ πολλού, σε ένα από τα 5-10 μεγαλύτερα κλαμπ της Λατινικής Αμερικής, την
Ρίβερ Πλέιτ, ανεβάζοντάς την με τη μία πίσω στην Α’ κατηγορία (2012), επίτευγμα
που επανέλαβε με την Μπάνφιλντ (2014). Κατέκτησε τα πάντα στο επόμενο βήμα της
καριέρας του, στο Μεξικό με την Γουαδαλαχάρα (2015-2018, πρωτάθλημα, κύπελλο,
σούπερ καπ, Τσάμπιονς Λιγκ Β. Αμερικής). Μετά από μια «εξερευνητική» τετραετία (2018-2022)
όταν και πειραματίστηκε ποδοσφαιρικά στο MLS, έρχεται πλέον στην Ευρώπη φιλόδοξος αλλά ουχί επηρμένος, συγκροτημένος,
συνειδητοποιημένος, κατασταλαγμένος, με δικό του σταθερό επιτελείο σοβαρών
επαγγελματιών και με αγωνιστική ταυτότητα που στο καθυστερημένο ελληνικό
πρωτάθλημα κάνει τη διαφορά.
Μετά από πέντε καλοκαιρινά φιλικά
γεμάτα πειραματισμούς και από τα δύο πρώτα ματς πρωταθλήματος στα οποία
επιλέχθηκε τριάδα στην άμυνα, ο Ματίας κατέληξε σε ένα σύστημα 4-1-3-2, με κλασική 4άδα στην άμυνα (εναλλαγή των δύο
Ιρανών μας στο αριστερό άκρο, Ρότα στο δεξιό, Βίντα-Μουκουντί στο κέντρο), με
έναν παίκτη σε ρόλο «κόφτη»-«σύρτη» μπροστά από τα στόπερ (Σιμάνσκι ή Γιόνσον),
τρία ουσιαστικά box-to-box χαφ, με τον
έναν εκ των τριών, συνήθως τον δεξιό χαφ της τριάδας να αναλαμβάνει περισσότερο
ρόλο πλευρικού (λόγω χαρακτηριστικών των Ελίασον, Άμραμπατ που έχουν έμφυτη ικανότητα
να παίξουν στη γραμμή) και τους άλλους δύο (Πινέδα, Γκατσίνοβιτς) να βρίσκονται
επικουρικά όπου χρειαστεί (συνηθέστερα ο Γκατσίνοβιτς προς τα αριστερά) και δύο
φορ, έναν κεντρικό (Γκαρσία) και έναν περιφερειακό (Αραούχο), που έχει το
ελεύθερο να βρίσκεται σε κάθε χώρο του τελευταίου τρίτου του γηπέδου.
Επηρεασμένοι από τα ηλεκτρονικά παιχνίδια, πολλές φορές δίνουμε υπερβολική
σημασία στις θέσεις των παικτών, όπως αποτυπώνονται στα γραφήματα, ενώ στην
πραγματική ζωή, την αγωνιστική ταυτότητα την συνθέτουν οι ρόλοι των παικτών, οι
χώροι, τι θέλεις να κάνεις με την μπάλα στα πόδια και τι χωρίς αυτήν. Ποια
είναι λοιπόν η ξεχωριστή αγωνιστική ταυτότητα της αλμεϊδικής ΑΕΚ;
Η ΑΕΚ του «Πελάδο» εφαρμόζει
υποδειγματικά την πίεση ψηλά στο γήπεδο. Όχι άναρχα, με ανούσια σπριντ και
κυνηγητό της μπάλας που θυμίζει σκυλί που τρέχει μάταια πίσω από αυτοκίνητα
(τέτοιες θλιβερές εικόνες βλέπαμε με το δήθεν πρέσινγκ του «σπουδαγμένου»
Γιαννίκη), αλλά με οργανωμένο μαζικό man-to-man μαρκάρισμα
στην πρώτη γραμμή του αντιπάλου. Συγκεκριμένοι παίκτες μαρκάρουν προσωπικά
συγκεκριμένους αντιπάλους, ώστε να αποκλειστεί εντελώς ή έστω να εμποδιστεί η
εύκολη πρώτη πάσα, ενώ στήνονται και τακτικές παγίδες, λ.χ. να εκμαιευτεί μια
πάσα σε έναν επίτηδες αμαρκάριστο παίκτη του αντιπάλου, στον οποίον όμως καραδοκούν
να πέσουν άμεσα δύο δικοί μας για να τον οδηγήσουν στο λάθος. Πόσες και πόσες
φορές δεν είδαμε τους παίκτες μας να κλέβουν την μπάλα ψηλά, στην πρώτη ή
δεύτερη πάσα του αντιπάλου και εκμεταλλευόμενοι την μεγάλη αριθμητική συγκέντρωση
συμπαικτών τους στο ίδιο ύψος και άρα την ποικιλία επιλογών (ακριβώς λόγω του
οργανωμένου μαν του μαν πρες) να πατάνε εύκολα και μαζικά την περιοχή και να
δημιουργούν ευκαιρίες για γκολ; Τα πρώτα δύο γκολ της σαιζόν στο 0-3 στη Λαμία
έτσι μπήκαν. Το πρώτο γκολ απέναντι στον ΠΑΣ Γιάννινα στη Ριζούπολη. Η τεράστια
χαμένη ευκαιρία του Αραούχο σε κενό τέρμα στο Χαριλάου έτσι προέκυψε. Το πρώτο
γκολ στο 0-2 στη Λιβαδειά. Το άνοιγμα του σκορ απέναντι στον ΠΑΟΚ. Το πέναλτι
που μετέτρεψε σε γκολ ο Άμραμπατ στην Τρίπολη έτσι κερδήθηκε. Το τρίτο γκολ στο
0-4 στο Βόλο.
Η πίεση βέβαια δεν εφαρμόζεται
μόνο ως τρόπος εξάρθρωσης της αντίπαλης ανάπτυξης παιχνιδιού, αλλά χαρακτηρίζει
συνολικά την συμπεριφορά της ΑΕΚ στο τεραίν. Μόλις απολέσει την μπάλα παίκτης
του Δικεφάλου, πάντα σπεύδει ένας ή και δεύτερος παίκτης μας να πιέσει τον
κάτοχο της μπάλας και να δυσκολέψει την πρώτη πάσα του, ενώ οι υπόλοιποι
παίρνουν προκαθορισμένες θέσεις ατομικών μαρκαρισμάτων κλείνοντας τις επιλογές
πάσας. Από τέτοιες ανακτήσεις μπάλας έχουν προέλθει ενδεικτικά οι γρήγορες
αντεπιθέσεις για το 0-2 στο Χαριλάου και το δεύτερο γκολ στο εντός έδρας 3-0
επί της Λαμίας. Όλες οι προσφερόμενες μετρήσεις στατιστικών δείχνουν ότι η ΑΕΚ
δύσκολα επιτρέπει στους αντιπάλους της να αλλάξουν περισσότερες από 10 πάσες.
Τους έχει ήδη κλέψει την μπάλα. Ακόμα και αν δεν ανακτηθεί η μπάλα, ο αντίπαλος
συνήθως οδηγείται σε πισωγύρισμα στην άμυνά του, σε παράλληλες πάσες και
ανούσια κατοχή, με την ΑΕΚ να έχει πλέον οργανωθεί στην δική της άμυνα και να
μην κινδυνεύει. Δεν πρόκειται για κάποιο ρηξικέλευθο, πρωτόγνωρο στυλ, τύπου
Ρίνους Μίχελς-τόταλ φούτμπολ το 1970, δεν πρόκειται για γκραντ μάστερ
στρατηγική, δεν είναι η διπλή υπερκέραση του Αννίβα στις Κάννες ή η εξαπάτηση
του Ναπολέοντα στο Αούστερλιτς, δεν είναι καμιά πολύπλοκη επιστήμη. Απλά
πράγματα είναι, όμορφο, έξυπνο, άμεσο, «κανονικό» ποδόσφαιρο, που στην
καθυστερημένη ποδοσφαιρικά Ελλάδα οι κολκοειδείς ΑΡΔ του πορτοκαλί βόθρου δεν
μπορούν να το συλλάβουν και καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η ομάδα τους έχασε με
«αυτοκτονία». Τέτοια παρακμή.
Με την μπάλα στη δική της κατοχή,
η Ένωση του Αλμέιδα προτιμά συνήθως να υπερφορτώνει τη μία πλευρά με πολλούς
παίκτες (ανεβαίνει ο πλάγιος μπακ, σπεύδουν δύο χαφ, έρχεται για βοήθεια ο
Αραούχο), παρασύροντας εκεί μαζικά την αντίπαλη άμυνα και να αλλάζει παιχνίδι με
μεγάλη μπαλιά στην απέναντι πλευρά όπου έχει προκύψει ανοιχτός χώρος και
ανισορροπία. Χαρακτηριστικό της επίσης η αναζήτηση ελεύθερου παίκτη στο
«δεύτερο» δοκάρι και από εκεί όχι απαραίτητα άμεση εκτέλεση αλλά και πάλι πάσα
σε χαφ που έχει πατήσει περιοχή ή φορ που έχει απελευθερωθεί. Επίσης επαναλαμβανόμενο
μοτίβο η πάσα από την τελική γραμμή ή τις πλαϊνές παρυφές της περιοχής πίσω
προς τον άξονα, σε επερχόμενο χαφ που θα σουτάρει με καλές προϋποθέσεις (βλ. το
0-3 του Πινέδα στη Λαμία, το δεύτερο γκολ στο Βόλο). Το σουτ γενικότερα μάλλον ενθαρρύνεται
στην αλμεϊδική ΑΕΚ, χωρίς να γίνεται κατάχρηση. «Σουτάρετε, έτσι μπαίνει το
γκολ» που έλεγε κάποτε μια ψυχή.
Υπάρχει αχίλλειος φτέρνα στον
τρόπο παιχνιδιού της Ένωσης; Αν ο αντίπαλος καταφέρει να αντέξει την αδιάκοπη
πίεση στο δικό του μισό και προωθήσει σωστά την μπάλα, η ΑΕΚ γίνεται
αναπόφευκτα ευάλωτη, καθώς χρειάζεται άμεση μετάβαση στην άμυνα, κάτι που στην
πράξη δεν επιτυγχάνεται πάντα (και δεν είναι και εύκολο για να λέμε την
αλήθεια). Αξίζει όμως το ρίσκο, αφού το επίπεδο του ελληνικού πρωταθλήματος
είναι τόσο χαμηλό που οι περισσότερες ελληνικές ομάδες δεν μπορούν να
εκμεταλλευτούν τα κενά στα κιτρινόμαυρα μετόπισθεν και να τελειώσουν φάσεις.
Απέναντι σε δυσκολότερο αντίπαλο, όπως τον ΠΑΟ στο πρόσφατο ντέρμπι, ο Αλμέιδα
φρόντισε το πρέσινγκ να ξεκινάει 15-20 μέτρα πιο χαμηλά από το συνηθισμένο, ελαχιστοποιώντας
τις διακινδυνεύσεις, χωρίς όμως να «προδώσει» το γενικότερο πνεύμα και στυλ
παιχνιδιού του.
Όλα τα παραπάνω, το μαζικό man-to-man pressing ψηλά για να κλαπεί η μπάλα, το counter-pressing για να ανακτηθεί και να ξεκινήσει άμεσα αντεπίθεση, οι επιθέσεις με αλλαγές πλευρών, είναι πολύ απαιτητικές τακτικές που χρειάζονται και τον κατάλληλο προπονητή και τους κατάλληλους παίκτες για να αποδώσουν και τα πλεονεκτήματά τους να υπερισχύσουν των μειονεκτημάτων τους στη ζυγαριά. Χρειάζονται παίκτες με πολύ καλή φυσική κατάσταση, αντοχή, ακατάπαυστα τρεξίματα, εργατικότητα, προθυμία, πειθαρχία. Εκ του αποτελέσματος φαίνεται καταρχάς ότι ο Αλμέιδα και το επιτελείο του έκαναν σωστή προετοιμασία. Το τρέξιμο των χαφ μας, αλλά και του Αραούχο είναι μνημειώδες. Ταυτόχρονα, εκ του αποτελέσματος φαίνεται ότι ο προπονητής έχει κερδίσει την εμπιστοσύνη των παικτών. Δεν βάζεις στη φωτιά τα πόδια σου, δεν τρέχεις πάνω-κάτω, δεν κοπιάζεις για έναν προπονητή που θεωρείς ότι δεν εκπέμπει κύρος, δεν είναι δίκαιος, δεν σε σέβεται, σε κάνει να νιώθεις ανασφαλής.
Τις παραστάσεις που έχει ο
Αλμέιδα, όσοι ασχολούμαστε με το ποδόσφαιρο τις ξέραμε. Βασικός στην Εθνική
Αργεντινής, παρουσία σε δύο Μουντιάλ, καριέρα με ενεργή συμμετοχή σε Ρίβερ,
Σεβίλλη, Λάτσιο, Πάρμα, Ίντερ, συλλέκτης τροπαίων (11), συμπαίκτης με Φραντσέσκολι,
Μπατιστούτα, Κρέσπο, Ζανέτι, Βιέρι και ένα σωρό άλλα ιερά τέρατα. Το κύρος που
ακτινοβολεί ο Αργεντίνος δεν συγκρίνεται με οποιουδήποτε έχει καθίσει πρόσφατα
στον κιτρινόμαυρο πάγκο. Ούτε να τον «δουν» δεν μπορούν τα διάφορα μπακακοειδή
που δημιουργούσαν προβλήματα τα προηγούμενα χρόνια. Με την πρωτοβουλία του Αργεντίνου
να μην φύγει κανείς από το ρόστερ το καλοκαίρι πριν το κρίνει ο ίδιος, ήδη
κέρδισε πόντους εκτίμησης στις συνειδήσεις των ποδοσφαιριστών του. Με τις μέχρι
τώρα αποστολές και συνθέσεις που επιλέγει αποδεικνύει ότι είναι δίκαιος και
δίνει ευκαιρίες σε όλους. Δεν είναι τυχαία η πρόοδος του Ρότα που έχει δίκαια
εκτοπίσει τον κάποτε πρωταθλητή κόσμου Σιντιμπέ. Δεν είναι τυχαία η μεταμόρφωση
του Άμραμπατ από «ξένο σώμα» σε πρόθυμο «12ο παίκτη» του ρόστερ, που εσχάτως
καλύπτει επάξια το κενό του Ελίασον. Δεν είναι τυχαία η θεαματική βελτίωση του
Σιμάνσκι. Ο Πολωνός φέτος απλά ξέρει τι πρέπει να κάνει. Πόσο πρέπει να τρέξει,
πού, πότε, ποιον να καλύψει, πότε να μείνει πίσω. Δεν είναι τυχαία η
αυτοπεποίθηση και το αίσθημα ασφάλειας που ξεχειλίζει από όλη την 11άδα, αφού
οι παίκτες βλέπουν ότι η πίεση που ασκούν δεν είναι μάταιη, είναι στοχευμένη,
αποδίδει. Ξέρουν ότι ακόμα και λάθος να κάνουν, υπάρχει σχέδιο ανάκτησης της
μπάλας, υπάρχουν μικρές δικλείδες ασφαλείας που έχει φροντίσει να θέσει ο
προπονητής τους. Τον βλέπουν τον κόουτς να κρατάει π.χ. τον Σιμάνσκι λίγο πιο
πίσω από τους υπόλοιπους, τον βλέπουν να κρατά τον έναν από τους δύο πλάγιους
μπακ πίσω για κάλυψη. Δεν πρόκειται πλέον για το περσινό σκορποχώρι της
άτακτης, πανικόβλητης υποχώρησης, όποτε χανόταν η κατοχή.
Όπως προαναφέρθηκε, βασικότερη
συνισταμένη της φετινής αναμόρφωσης της ομάδας αποτελεί ο προπονητής της.
Ομολογουμένως όμως επιτεύχθηκε και ποιοτική αναβάθμιση στο ρόστερ και αυτό δεν
έγινε με «λαχεία» και «στοιχήματα» των «πανεριών», αλλά με «υποστατούς» παίκτες
και με επαυξημένο κόστος, ειδικά σε μπάτζετ συμβολαίων. Δεν θα ήταν υπερβολή μάλιστα
να πούμε πως οι φετινές μεταγραφές «βγήκαν» σχεδόν όλες. Χαφ σαν τον Πινέδα η
ΑΕΚ όλα τα προηγούμενα χρόνια δεν είχε στις τάξεις της. Προσωπική επιλογή του
Αλμέιδα που τον είχε παίκτη στις μεγάλες επιτυχίες του στην Γουαδαλαχάρα (ο
Πινέδα ήταν και σκόρερ στον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ Β. Αμερικής το 2018),
μπορεί να υπηρετήσει άψογα το πλάνο του προπονητή του αφού και ακατάβλητα
«πνευμόνια» διαθέτει και κάθετα παίζει και με υψηλή τεχνική και σουτ είναι
προικισμένος. Μακράν ο ποιοτικότερος παίκτης του ρόστερ. Από κοντά ο Μιγιάτ
Γκατσίνοβιτς, τις αρετές του οποίου είχαμε δει και πέρσι στο β’ μισό της σαιζόν
στον ΠΑΟ. Κοινό χαρακτηριστικό όλων των φετινών προσθηκών στα χαφ (Πινέδα,
Γκατσίνοβιτς, Γιόνσον) το τρέξιμο και το κάθετο παιχνίδι. Πράγματα αυτονόητα
κάποτε με Κατσουράνη, Ζαγοράκη, Ζήκο, Νάβας, ακόμα και με Τόζερ, Έμερσον, Καφέ
(στα καλά του, 2006-2008), που κοντέψαμε να ξεχάσουμε με τους διάφορους Λε
Ταλέκ, Σάχοφ, Κρίστιτσιτς, Άλεφ, με την πολλές φορές λάθος αξιοποίηση του
Σιμόες (αξιοπρεπέστατος σε άλλους τομείς παιχνιδιού, αλλά μέγα χειρόφρενο στην
ανάπτυξη της ομάδας), τους «τουρίστες» τύπου Κριχόβιακ και δυστυχώς με τον
Μάνταλο ως βαρόμετρο. Βίντα-Μουκουντί αποτελούν σαφώς αναβαθμισμένο δίδυμο από
το Τζαβέλλας-Μήτογλου με το οποίο έκλεισε η περσινή σαιζόν. Χαρακτηριστικό ότι
οι δύο τελευταίοι είναι οι φετινοί αναπληρωματικοί. Ο Ελίασον ήρθε αθόρυβα και
αποδείχτηκε ο παίκτης με την πιο ποιοτική σέντρα της τελευταίας δεκαετίας. Φαν
Βερτ και Πάολο Φερνάντες λίγο προλάβαμε, λόγω συγκυριών, να τους δούμε, ο
πρώτος όμως ήδη έχει δείξει μια «τίμια» δευτερεύουσα λύση στο σκοράρισμα, ο
δεύτερος ξεκάθαρα «μιλάει» στην μπάλα…
Επειδή φυσικά δεν ζούμε σε μια
ροζ ουτοπία, αλλά στην πραγματική ζωή, λάθη έχουν γίνει στη φετινή ΑΕΚ -και
νομοτελειακά θα γίνουν και στο μέλλον- και πηγές προβληματισμών υπάρχουν. Ο
Ματίας φυσιολογικά είχε τις κακές στιγμές του, όπως στο β’ ημίχρονο απέναντι
στον ΠΑΟ, όταν έχασε την ψυχραιμία του και παρακολουθήσαμε ένα 4-1-5 ροντέο
βγαλμένο από τις υγρές ονειρώξεις των μπαγεβιτσολάγνων ή πρόσφατα στα Γιάννενα,
όταν συνέθεσε μια δυσλειτουργική δεξιά πλευρά, με δεξί σέντερ μπακ Βίντα, δεξί πλάγιο
μπακ Σιντιμπέ, δεξί χαφ Φερνάντες, χωρίς να έχουν παίξει ποτέ μαζί οι τρεις τους
και ευρισκόμενοι και οι τρεις όχι σε πλήρη ετοιμότητα, ενώ λανθασμένη υπήρξε
και η απόσυρση Πινέδα. Ο Σιντιμπέ γενικότερα έχει προβληματίσει όχι ως προς την
προοπτική και τις δυνατότητές του, αλλά ως προς τη σωματική και πνευματική του
κατάσταση. Ευτυχώς πρέπει να τονιστεί ότι ο «οργανισμός» τον αντιμετωπίζει με
σεβασμό και υπομονή, ενώ στο παρελθόν θα θεωρούνταν ήδη «τελειωμένος» και θα
διαρρέονταν από παντού τα γνωστά βοθρολύματα για τους υπερεκτιμημένους ξένους
που τρώνε το ψωμί των Γεωργέων και των Μπακάκηδων, των καλών των «παιδιών», με
τα «χάλκινα» τα έντερα... Προβληματισμός υπάρχει και για το αριστερό άκρο της
άμυνας, όπου μείναμε με έναν παίκτη, τον Χατζησαφί, μετά την απώλεια του
Μοχαμαντί για απροσδιόριστο διάστημα, ενώ ούτως ή άλλως μια ποιοτική αναβάθμιση
πρέπει οπωσδήποτε να συντελεστεί στη θέση, παρά την κατά γενική ομολογία
«τίμια» προσπάθεια και των δύο Ιρανών μας. Δικαιολογημένα προβληματίζει η
εικόνα του Τσούμπερ μετά τον τραυματισμό του, αν και πάλι, παραδόξως, υπάρχει
σωστά υπομονή. Λογική η ανησυχία για το αναπληρωματικό δίδυμο της άμυνας,
ειδικά για τον Τζαβέλλα, που είναι επιρρεπής στην γκάφα, ενώ αστάθειες και
λαθάκια βλέπουμε και από τον Βίντα εσχάτως. Μαζί με το αριστερό άκρο, το κέντρο
της άμυνας είναι η θέση με προτεραιότητα για χειμερινή μεταγραφική ενίσχυση.
Συμπερασματικά, ποια είναι η
απάντηση στο άνωθεν τιθέμενο ερώτημα; Άλλαξε ρότα ο Μελισσανίδης; Ή ό,τι
βλέπουμε φέτος είναι μια τυχαία ευθυγράμμιση πλανητών όπως τη σαιζόν 2017-18; Δύο
από τα τρία τιγρίσια διοικητικά αξιώματα εφαρμόστηκαν στο μεγαλύτερο μέρος του
καλοκαιριού του 2022, αφού και το αγωνιστικό σκέλος εξακολουθούσε να βρίσκεται
σε δεύτερη μοίρα πίσω από το γηπεδικό, με την ΟΠΑΠ Αρένα ακόμα υπό κατασκευή,
ενώ για ακόμα μια φορά, παρά την εμφανή αύξηση του αγωνιστικού μπάτζετ, παρατηρήθηκε
συνάμα και ο τυχοδιωκτισμός της επίτευξης του μάξιμουμ με όσο το δυνατόν μειωμένο
κόστος, με τις μισές μεταγραφές να αργούν χαρακτηριστικά και να ολοκληρώνονται
προς το τέλος της περιόδου, όταν δηλαδή γενικώς τα κασέ των παικτών και οι
απαιτήσεις των ομάδων και των ατζέντηδων μειώνονται ένεκα του χρόνου.
Δικαιολογώντας ως ένα βαθμό τη διοίκηση, πρέπει να αναγνωριστεί ότι η
καθυστέρηση στην ολοκλήρωση των μεταγραφών είναι ένα ευρύτερο φαινόμενο που
παρατηρείται τα -πολλά- τελευταία έτη στο οικονομικά καθημαγμένο ελληνικό
πρωτάθλημα. Με άλλα ρόστερ ξεκινούν οι ομάδες κάθε Ιούλιο και αγωνίζονται στα
ευρωπαϊκά προκριματικά και με άλλα καταλήγουν το Σεπτέμβριο. Εν πάση περιπτώσει
εχθρός του καλού είναι πάντα το καλύτερο και από μια μεγάλη ΑΕΚ πρέπει να
έχουμε την απαίτηση να είναι πάντα όσο το δυνατόν συντομότερο πιο έτοιμη. Στις
20/8 όταν η Ένωση εκκινούσε τις αγωνιστικές της υποχρεώσεις, ακόμα είχε κάποια
δομικά κενά στο ρόστερ της. Ο μετέπειτα βασικός Μουκουντί μόλις είχε ενταχθεί στην
ομάδα (18/8) και δεν θα έβρισκε θέση μέχρι να τραυματιστεί ο Τζαβέλλας, δεν
είχε αποκτηθεί ο μετέπειτα βασικός και πολυτιμότατος Ελίασον (ήρθε 29/8), δεν υπήρχε
εναλλακτικό φορ (ο Φαν Βερτ ήρθε 7/9 και άργησε να προσαρμοστεί στις συνθήκες,
το πρόγραμμα εκγύμνασης, τις απαιτήσεις του προπονητή, ουσιαστικά από το
Μουντιάλ και μετά τον βλέπουμε), ενώ δεν υπήρχε άλλο δεξί μπακ πλην Ρότα (ο
Σιντιμπέ ήρθε 9/9). Στις 27/8 η ΑΕΚ για να ισοφαρίσει το Βόλο έβαζε ως αλλαγή
τον ...Αλμπάνη.
Ωστόσο, δεδομένου ότι επιτέλους η
ΟΠΑΠ Αρένα αποπερατώθηκε, έστω και με την έξτρα καθυστέρηση ενός μήνα, η
αγωνιστική πρόοδος της ομάδας δε νοείται πλέον να μην αποτελεί την προτεραιότητα
του «οργανισμού ΑΕΚ». Δεν υπάρχει πια καμία δικαιολογία. Εξάλλου, μια σειρά
επιλογών του φετινού καλοκαιριού δημιουργούν βάσιμη αισιοδοξία ότι έγιναν
βήματα για να ξεκολλήσει ο σύλλογος και από την τρίτη χρόνια βασική αρχή του:
την προσκόλληση στο προ-Μποσμάν ποδόσφαιρο και σε «άρρωστα» έθιμα που είχαν επικρατήσει
στα Σπάτα. Ενδεικτικά: η πρόσληψη Κουχάρσκι στη θέση του τεχνικού διευθυντή. Η
έγκριση του όρου του Αλμέιδα να φέρει ολόκληρο το επιτελείο του μαζί του και
όχι απλά έναν-δυο βοηθούς, όπως γινόταν τα προηγούμενα χρόνια, με το υπόλοιπο
τεχνικό τημ να στελεχώνεται από τα «δικά μας παιδιά», που «ξέρουν-τι-σημαίνει-ΑΕΚ» (τα τελευταία χρόνια εντωμεταξύ ΑΕΚ σήμαινε
μιζέρια, μίρλα, αρνητικά ρεκόρ, πελατεία από ΠΑΟΚ και ΟΣΦΠ, memes στο Luben για
να γελάει ο κόσμος). Η εκκαθάριση των Σπάτων από τις υποτιθέμενες «ψυχές των
αποδυτηρίων» με το δήθεν χιούμορ που μάλλον αποτελούσαν πηγή κατινιάς. Η
διάθεση για συνεργασία με ατζέντηδες, όπως ο Ελβετός Μαλένοβιτς του Τσούμπερ
που μας απέφερε τον Γκατσίνοβιτς. Χρειάζονται πολλά βήματα ακόμα για να
εκσυγχρονιστεί και να εξευρωπαϊστεί η μέχρι πρότινος αρπακολατζήδικη ΑΕΚ (π.χ. σοβαρή
χρηματοδότηση των τμημάτων υποδομής της, του δικτύου σκάουτινγκ της κ.α.), παρά
ταύτα έχουμε μια ένδειξη ότι το τιμόνι μπορεί επιτέλους και να έστριψε προς την
σωστή κατεύθυνση.
Εντέλει, είτε η ΑΕΚ κατακτήσει το
πρωτάθλημα, είτε όχι, θα είναι ασυγχώρητη αμαρτία αν η φετινή σαιζόν αποδειχτεί
και πάλι «εφήμερη χαρά» και «πυροτέχνημα», όπως έγινε το 2018. Είναι ιστορική
ευκαιρία να τεθούν οι βάσεις για αλλαγή όχι απλά σελίδας, αλλά κεφαλαίου στο
βιβλίο ιστορίας του συλλόγου. Ο κιτρινόμαυρος κόσμος πρέπει με επιχείρημα στη
φαρέτρα του τις αιτίες που οδήγησαν στη φετινή εικόνα να απαιτήσει να μην
ξαναεφαρμοστεί το επιζήμιο για το «μέγεθος» του συλλόγου διοικητικό μοντέλο όλης
της προηγούμενης επταετίας. Να συνειδητοποιήσει πόση ζημιά έκαναν στην οπαδική
κουλτούρα μας τα ιδεολογήματα της κακόμοιρης ΑΕΚ, που δήθεν πάντα κατραπακιές
έτρωγε, σαν αυτές τις προηγούμενης τετραετίας και μια φορά στο τόσο χάρη σε
έναν «πατερούλη» πρόεδρο μεγαλύτερο «μέγεθος» από εκείνην γέλαγε το χειλάκι της.
Όπως αναφέρθηκε στην παρέμβαση που υπήρξε η πιο πολυδιαβασμένη του
περασμένου έτους, η απαραίτητη «απομελισσανιδοποίηση» του «οργανισμού ΑΕΚ» δεν
αφορά ένα πρόσωπο, με τη φυσική έξοδο του οποίου από το σύλλογο όλα θα πάνε μεταφυσικώς
πρίμα. Αποκλειστικά και μόνο στο πρόσωπο του Μελισσανίδη ως φυσική παρουσία επικέντρωναν
είτε οι εμπαθείς, είτε οι μελισσανιδολάγνοι προσωπολάτρες, των οποίων η απογοήτευση
μετατρεπόταν ασυνείδητα σε οργή του προδομένου από την ιδεατή ερωμένη καψούρη
και κατέληγε όχι σε εποικοδομητική κριτική, αλλά σε χυδαίο υβρεολόγιο. Η επιβαλλόμενη
«απομελισσανιδοποίηση» αφορά πρακτικές, φιλοσοφία, νοοτροπία, ιδεολογήματα μιας
ολόκληρης «εποχής».
Πρώτο και βασικότερο, η ΑΕΚ επιτέλους ξαναβρήκε «κανονικό» προπονητή, για πρώτη φορά μετά τον Μανόλο Χιμένεθ της δεύτερης κιτρινόμαυρης θητείας (Ιανουάριος 2017 – Μάιος 2018). Λέω μόνο της δεύτερης, γιατί εν συνεχεία, με συνυπεύθυνους εξίσου και τον «οργανισμό ΑΕΚ» και τον ίδιο το Μανόλο, ο τελευταίος κατάντησε καρικατούρα. Ίσως αδικώ τον Βλάνταν Μιλόγεβιτς και να εμπίπτει και αυτός στην κατηγορία των «κανονικών» προπονητών. Ένας, βέβαια, όλως επιεικώς, μέτριων δυνατοτήτων κόουτς που βρέθηκε σε λάθος στιγμή σε λάθος ομάδα, αφού ούτε η ΑΕΚ τον ήθελε (τον ..Λουτσέσκου «έψηνε» ο Μελισσανίδης την άνοιξη του 2021, λύση ανάγκης ήταν ο Σέρβος), ούτε ο ίδιος μπορούσε να ανταπεξέλθει και το γνώριζε. «Λίγος» για ΑΕΚ, προπονητής πάντως.
Όλα τα παραπάνω, το μαζικό man-to-man pressing ψηλά για να κλαπεί η μπάλα, το counter-pressing για να ανακτηθεί και να ξεκινήσει άμεσα αντεπίθεση, οι επιθέσεις με αλλαγές πλευρών, είναι πολύ απαιτητικές τακτικές που χρειάζονται και τον κατάλληλο προπονητή και τους κατάλληλους παίκτες για να αποδώσουν και τα πλεονεκτήματά τους να υπερισχύσουν των μειονεκτημάτων τους στη ζυγαριά. Χρειάζονται παίκτες με πολύ καλή φυσική κατάσταση, αντοχή, ακατάπαυστα τρεξίματα, εργατικότητα, προθυμία, πειθαρχία. Εκ του αποτελέσματος φαίνεται καταρχάς ότι ο Αλμέιδα και το επιτελείο του έκαναν σωστή προετοιμασία. Το τρέξιμο των χαφ μας, αλλά και του Αραούχο είναι μνημειώδες. Ταυτόχρονα, εκ του αποτελέσματος φαίνεται ότι ο προπονητής έχει κερδίσει την εμπιστοσύνη των παικτών. Δεν βάζεις στη φωτιά τα πόδια σου, δεν τρέχεις πάνω-κάτω, δεν κοπιάζεις για έναν προπονητή που θεωρείς ότι δεν εκπέμπει κύρος, δεν είναι δίκαιος, δεν σε σέβεται, σε κάνει να νιώθεις ανασφαλής.
Συμφωνώ μέχρι τελευταίας τελειας. Σήφης Κοζανη
ΑπάντησηΔιαγραφήΑλλο ενα κατατοπιστικοτατο αρθρο σου! Τεράστια σημασία έχει η ανανέωση του προπονητή, οι αριθμοί της φετινής ΑΕΚ στους αγώνες συγκρίνονται μονο με τον Ολυμπιακό του Βαλβέρδε.. Θα ναι κριμα η φετινή ομάδα να μην πάρει τιτλο αλλά για το πρωτάθλημα τουλάχιστον όλοι βλέπουμε πως τους πράσινους τους πανε σπρωχτούς. Το γήπεδο παίζει τεράστιο ρολό και με τη πληρότητα που εχει δίνει και οικονομικά οφέλη στην ομάδα. Φέτος είμαστε κοντά στο να σπάσουμε το ρεκόρ μ.ό εισιτηρίων του πρωταθλήματος τα τελευταία χρόνια, ολα τα στοιχεια είναι επίσημα κ υπάρχουν στο σάιτ της λιγκας, οι ασπρογαυροι το 19 που ειχαμε πρωτάθλημα είχαν μ.ό 18.500 εισιτήρια, αλλά με το νου τους είναι 3ή δύναμη και ολη η β. Ελλάδα είναι παααοοκκ ναουμεεε.... υγ. Θέλει τεράστια προσοχή αυτο που γίνετε στο γηπεδο με τα καπνογόνα και τις κροτίδες, θά έχουμε πρόβλημα αν δε παρθουν μετρα! ΑΕΚ ΒΕΡΟΙΑ
ΑπάντησηΔιαγραφήΠιστεύεις θα επηρεαστεί η ομαδα απο το ματς του Περιστερίου? Πως τη βλέπεις την ολη φάση? Πόντιος 21
ΑπάντησηΔιαγραφήΑγωνιστικά δεν πρόκειται να επηρεαστεί η ομάδα, το έδειξε και απόψε. Είναι πολεμική μηχανή. Για την όλη ιστορία στο Περιστέρι περιμένω την κατάληξή της.
ΔιαγραφήΑυτο που γίνεται στα ματς με την Ε.ο τουμπας έχει καταντήσει αηδία, τετοιες σφαγες δεν έχουμε φαει ουτε απο το γαυρο επι κοκαλη.. Αν πάμε τελικο είναι δεδομένο πως θα πεσει αλλη μια πιστολιά εις βάρος μας.. τα λεγες Χρόνια τώρα κ δικαιώνεσαι! ΑΕΚ Βέροια
ΑπάντησηΔιαγραφή