Menu

HALL OF SHAME

Ποδόσφαιρο: Ψωμιάδης, Γρανίτσας, Παππάς, Νοτιάς, Θανόπουλος, Αδαμίδης, Κασνακίδης, Δημητρέλος, Original, ΑΡΔ
Μπάσκετ: Φιλίππου, Γρανίτσας, Δρόσος, Καραμανλής, Original - Βόλεϊ: Αλεξίου, Original, ΑΡΔ

Οι πρωτιές των κανονιέρηδων



«ΑΕΚ σημαίνει επίθεση». Μότο που δεν έχει καθιερωθεί τυχαία. Η Ένωση ανέκαθεν διέθετε τους καλύτερους επιθετικούς του ελληνικού πρωταθλήματος, τους ικανότερους γκολτζήδες. Απόλυτα φυσιολογικά φιγουράρει στην πρώτη θέση μεταξύ των υπόλοιπων ομάδων ως εκείνη που ανέδειξε τις περισσότερες φορές τον πρώτο σκόρερ του ελληνικού πρωταθλήματος. 23 φορές Ενωσίτης παίκτης πρώτευσε σε σαιζόν Πανελληνίου Πρωταθλήματος ή Α’ Εθνικής.


Κώστας Νεστορίδης
5 φορές: 1959, 1960, 1961, 1962, 1963
Οκτώ πλήρεις σαιζόν αγωνίστηκε με τα κιτρινόμαυρα ο ανυπέρβλητος Νέστορας, από το 1957-1958 μέχρι το 1964-1965 –στο ξεκίνημα της ένατης, το 1965-1966, μετά από τρία ματς και ένα γκολ μετανάστευσε στην Αυστραλία– και στις πέντε από αυτές αναδείχτηκε πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος. Οι πέντε πρωτιές του μάλιστα υπήρξαν συνεχόμενες, από το 1958-1959 μέχρι το 1962-1963. Κατ’ αυτόν τον τρόπο ο Ενωσίτης θρύλος συνδύασε το όνομά του με μια σειρά ιδιότυπων ρεκόρ: α) κατέστη ο τελευταίος αρχισκόρερ της εποχής του Πανελλήνιου Πρωταθλήματος (1927-1959), β) αποτέλεσε τον πρώτο αντίστοιχο της εποχής της Α’ Εθνικής Κατηγορίας (1960-σήμερα), γ) έγινε ο πρώτος που έφτασε τις πέντε πρωτιές στο σκοράρισμα στο ελληνικό πρωτάθλημα (τον ισοφάρισε το 1975 ο Αντώνης Αντωνιάδης του ΠΑΟ) και δ) έγινε ο πρώτος και παραμένει μέχρι σήμερα ο μόνος με πέντε συνεχόμενες πρωτιές.

Αναλυτικά, η παραγωγή τερμάτων του Νεστορίδη κατά την ανωτέρω πενταετία στους αγώνες του ελληνικού πρωταθλήματος κυμάνθηκε ως εξής:
1958-1959: 21 γκολ σε 18 συμμετοχές
1959-1960: 33 γκολ σε 27 συμμετοχές (+1 συμμετοχή σε μπαράζ)
1960-1961: 27 γκολ σε 28 συμμετοχές
1961-1962: 29 γκολ σε 29 συμμετοχές
1962-1963: 23 γκολ σε 29 συμμετοχές (+1 γκολ και 1 συμμετοχή σε μπαράζ)
Συνολικά δηλαδή τις πέντε σαιζόν που πρώτευε στον πίνακα των σκόρερ σημείωσε σε κανονική διάρκεια πρωταθλήματος, εξαιρουμένων των δύο μπαράζ, 133 τέρματα σε 131 αγώνες. Σε μέσο όρο δηλαδή σκόραρε 1,02 φορές ανά 1 ματς! Ασύλληπτο στατιστικό.

Χάιλάιτ αυτής της περιόδου αμέτρητα, σίγουρα όμως ξεχωρίζουν το «πενταρέ» απέναντι στον Ηρακλή στην πρωταθληματική σαιζόν 1962-63, το χατ-τρικ την ίδια χρονιά απέναντι στον Απόλλωνα που είχε προηγηθεί με 0-3 μέσα στη Φιλαδέλφεια (μάλιστα από ενέργεια του Νέστορα προήλθε και το 4ο κιτρινόμαυρο γκολ που σφράγισε την ανατροπή), το 1-0 στο πρώτο λεπτό του ντέρμπι ΑΕΚ-ΟΣΦΠ το 1959-1960, ακριβώς στο σημείο όπου είχε υποδείξει στον τερματοφύλακα των ερυθρόλευκων, Σάββα Θεοδωρίδη, ότι θα σκοράρει,  η άλωση της Λεωφόρου με δύο δικά του τέρματα το 1958-1959.



Θωμάς Μαύρος
3 φορές: 1978, 1979, 1985
Ο Θεός των γκολ και της ΑΕΚ, ο πρώτος σκόρερ όχι απλά στην ιστορία της Α’ Εθνικής αλλά και στην ιστορία του αθλήματος στη χώρα, δεν θα μπορούσε να μην έχει αναδειχτεί πρώτος σκόρερ της λίγκας σε κάποια από τις συνολικά 20 σαιζόν στις οποίες αγωνίστηκε στο ελληνικό πρωτάθλημα. Το κατάφερε τέσσερις φορές, τις τρεις πρώτες με την Ένωση. Η αρχή έγινε στη δεύτερη σαιζόν του με τα κιτρινόμαυρα, το 1977-1978, στη χρονιά του νταμπλ, όταν «μάτωσε» τα αντίπαλα δίχτυα 22 φορές. Αξιομνημόνευτα ειδικά τα δύο τέρματα επί του ΟΣΦΠ στη νίκη με 2-0 για την 19η αγωνιστική, σε ένα ματς που του ακυρώθηκαν άλλα δύο γκολ, ενώ έχασε και πέναλτι! Την επόμενη σαιζόν ανέβασε την παραγωγικότητά του στον αριθμό 31, επίδοση που του χάρισε το αργυρό ευρωπαϊκό παπούτσι, ένα χατ-τρικ πίσω από τον Ολλανδό Κις Κιστ της ΑΖ. Σε κάθε περίπτωση, τα τέρματα αυτά, μαζί με τα 24 του άλλου του μισού στην κιτρινόμαυρη γραμμή κρούσης, του Ντούσαν Μπάγεβιτς, βοήθησαν τα μέγιστα ώστε να παραμείνει ο τίτλος του πρωταθλήματος στη Φιλαδέλφεια, παρά τις «ομορφιές» που «ζωγράφιζε» ο Ολυμπιακός σε Γιάννενα, Ρόδο και ίσως και αλλού την ίδια περίοδο.

Η τρίτη πρωτιά του Μαύρου με τα κιτρινόμαυρα επιτεύχθηκε τη σαιζόν 1984-85, με απολογισμό 27 τέρματα. Κορυφαίες στιγμές του το «πενταρέ» απέναντι στο Αιγάλεω στο πλαίσιο της 16ης αγωνιστικής, το χατ-τρικ απέναντι στον Απόλλωνα την 9η αγωνιστική, όταν και «έπαιξε βόλεϊ» με κεφαλιές μαζί με τον Χόκαν Σάντμπεργκ μέσα στην περιοχή των Απολλωνιστών, σημειώνοντας ένα τέρμα που θα κοσμούσε για χρόνια την εισαγωγή της «Αθλητικής Κυριακής» και φυσικά η σταθερή πελατειακή του σχέση με τον ΟΣΦΠ, αφού υπέγραψε το «διπλό» επί των Πειραιωτών για τη 12η αγωνιστική. Ήταν δυστυχώς η τελευταία χρονιά μεγάλης παραγωγικότητας του Θωμά με τα κιτρινόμαυρα, αφού σοβαροί τραυματισμοί θα τον άφηναν με 4 γκολ σε 17 ματς το 1985-86 και «άσφαιρο» σε μόλις 3 παρουσίες το 1986-87. Ο διωγμός του από το Δικέφαλο με την ταμπέλα του «τελειωμένου» υπήρξε μελανό σημείο στην κιτρινόμαυρη βίβλο, ο δε βλάσφημος χαρακτηρισμός διαψεύστηκε αμέσως. 16, 12 και 22 φορές θα σκόραρε αντίστοιχα τις επόμενες τρεις σαιζόν στο πρωτάθλημα ο βετεράνος αρχικανονιέρης, πρωτεύοντας την τελευταία από αυτές, εν έτει 1990, σε ηλικία 36 ετών.



Κλεάνθης Μαρόπουλος
2 φορές: 1939, 1940
Ο αείμνηστος «Ξανθός Αετός» της ΑΕΚ υπήρξε ο κορυφαίος σκόρερ του Πανελλήνιου Πρωταθλήματος στις δύο τελευταίες προπολεμικές σαιζόν. Σε ηλικία 20-21 ετών, αγωνιζόμενος ως «μέσα δεξιά» στην επιθετική πεντάδα (2-3-5 το σύστημα της εποχής), πλάι στον αχώριστο φίλο του Τρύφωνα Τζανετή (σέντερ φορ), τον Κώστα Βασιλείου («έξω δεξιά»), τον Αλέκο Χατζησταυρίδη («μέσα αριστερά») και τον Κώστα Χριστοδούλου ή το Βασίλη Μανέττα («έξω αριστερά»), σημείωσε 18 γκολ στο Νότιο Όμιλο του πρωταθλήματος του 1939 συν άλλα 2 γκολ στους διπλούς τελικούς με τον πρώτο του Βορρά και 17 γκολ συν επίσης άλλα 2 στους διπλούς τελικούς το 1940. Προς υπεράσπιση των εκ Βορρά ορμώμενων ανταγωνιστών του Μαρόπουλου, δέον όπως αναγνωριστεί ότι δεν απολάμβαναν τον ίδιο αριθμό διαθέσιμων αγώνων με τους συναδέλφους τους στο Νότο προκειμένου να φτάσουν το ίδιο εύκολα σε τέτοιους αριθμούς (14 οι αγώνες στο Νότιο Όμιλο και στις δύο σαιζόν, 10 στο Βόρειο Όμιλο το 1939, 6 το 1940).

Ο επιβλητικός αυτός ποδοσφαιριστής, με το τρομερό σουτ που σύμφωνα με τα ρεπορτάζ της εποχής του «έσπαγε τα χέρια των γκολκίπερ» (για τους λάτρεις της ποδοσφαιρικής ποπ κουλτούρας ας σημειωθεί ότι θα του άξιζε rating 99 στο «shot power» του Pro, κατά το πρότυπο του Αντριάνο της Ίντερ), συνέχισε να σκοράρει και μεταπολεμικά, χωρίς όμως ποτέ να πιάσει τα ίδια επίπεδα παραγωγικότητας με τη διετία 1938-1940 (πέρα από τα 39 γκολ στο πρωτάθλημα, είχε σκοράρει τότε άλλα 10 στο κύπελλο, χώρια αυτά στις υποχρεώσεις του στο πρωτάθλημα της ΕΠΣΑ). Στη δίνη του Πολέμου χάθηκαν τα καλύτερά του χρόνια…



Μίμης Παπαϊωάννου
2 φορές: 1964, 1966
Ο κορυφαίος Έλληνας ποδοσφαιριστής του 20ού αιώνα σύμφωνα με τη Διεθνή Υπηρεσία Ιστορίας και Στατιστικής υπήρξε ένας δεινός σκόρερ, εκ των κορυφαίων στη χώρα, πρώτος στην Ιστορία της ΑΕΚ με 291 επίσημα γκολ σε 17 σαιζόν με τα κιτρινόμαυρα: 235 στο πρωτάθλημα, 45 στο κύπελλο και 11 στις διοργανώσεις της UEFA. Δύο φορές όλα αυτά τα χρόνια κατέκτησε τον τίτλο του πρώτου σκόρερ: τη σαιζόν 1963-1964, τη δεύτερή του στην Ένωση, διαδεχόμενος με 29 γκολ σε 30 αγώνες τον Κώστα Νεστορίδη, φροντίζοντας να παραμείνουν τα πρωτεία για 6η συνεχή χρονιά σε κιτρινόμαυρα χέρια και δύο χρόνια αργότερα, το 1965-1966, με 24 γκολ σε 25 ματς. Αξιοσημείωτο είναι ότι τη δεύτερη αυτή φορά έχασε τους πρώτους τρεις αγώνες της περιόδου, καθώς, απογοητευμένος από την άρνηση της διοίκησης της ΑΕΚ να συναινέσει στη μεταγραφή του στη Ρεάλ Μαδρίτης, είχε φύγει στη Γερμανία με τον Καζαντζίδη, τη Μαρινέλα και το Νικολόπουλο, συμμετέχοντας στο μουσικό σχήμα τους παίζοντας μπουζούκι, σκεπτόμενος έως και να παρατήσει το ποδόσφαιρο! Με παρέμβαση, συν τοις άλλοις και του Στέλιου, ο Μίμης επέστρεψε εντέλει στην Ένωση, ακριβώς πριν το ντέρμπι της 4ης αγωνιστικής με τον Παναθηναϊκό στη Λεωφόρο. Απροπόνητος σκόραρε, οδήγησε μαζί με τον Κώστα Νικολαΐδη την ομάδα στη νίκη και συνέχισε να τινάζει τα αντίπαλα δίχτυα και στα επόμενα ματς, κερδίζοντας στο φινάλε επάξια την πολυπόθητη για κάθε επιθετικό διάκριση.

Ο ηγέτης του Δικεφάλου έφτασε μια ανάσα από μια τρίτη πρωτιά τη σαιζόν 1970-1971, αλλά την έχασε για ένα γκολ (28 έναντι 27) από τον μετέπειτα συμπαίκτη του, τότε παίκτη του Πανιωνίου, Γιώργο Δέδε. Τα τελευταία τρία χρόνια της καριέρας του (1976-1979), σε προχωρημένη ποδοσφαιρικά ηλικία (35-37 ετών), ανέλαβε έναν περισσότερο επιτελικό, παρά εκτελεστικό ρόλο, γεγονός που φυσιολογικά περιόρισε την παραγωγικότητά του στο σκοράρισμα, καίτοι παρέμενε πάντα εκ των κορυφαίων από πλευράς απόδοσης. Εξάλλου πρέπει να επισημανθεί ότι σε αντίθεση με όλους τους άλλους μεγάλους σκόρερ (Νεστορίδη, Μαύρο, Δημητριάδη, Νικολαΐδη κ.α.), που όταν τους δινόταν η ευκαιρία, «τόνωναν» την στατιστική τους αξιοποιώντας εκτελέσεις πέναλτι, ο Μίμης σπάνια έστηνε την μπάλα στα 11 βήματα. Χαρακτηριστική είναι άλλωστε η απροθυμία του να εκτελέσει από τη βούλα στον προημιτελικό με την Κουίνς Παρκ Ρέιντζερς. Υπήρξε ο τελευταίος Ενωσίτης που σούταρε (και ευστόχησε με ένα εξαιρετικό χτύπημα στην κάτω αριστερή γωνία) πριν ο Νίκος Χρηστίδης αποκρούσει δεύτερη φορά πέναλτι των Άγγλων και μας στείλει στους «4». Τα λιγοστά γκολ του Μίμη με πέναλτι δίνουν ακόμα μεγαλύτερη αξία στην συνολική συγκομιδή τερμάτων της καριέρας του.



Βασίλης Δημητριάδης
2 φορές: 1992, 1993
Ο Θεσσαλονικιός σέντερ φορ αποτέλεσε ιδανικό γρανάζι στη μηχανή θεάματος που είχε δημιουργήσει ο Ντούσαν Μπάγεβιτς στις αρχές της δεκαετίας του 1990 στη Φιλαδέλφεια. Προερχόμενος από τον Άρη, «κούμπωσε» αμέσως με τον επίσης νεοφερμένο από τη Βέροια Αλέξη Αλεξανδρή και τον Ντανιέλ Μπατίστα στην επιθετική γραμμή. Καλός κεφαλοσφαιριστής, πάντα έξυπνα τοποθετημένος στην περιοχή, «βασιλιάς» της πρώτης επαφής, αποδείχτηκε ένας εξαιρετικός φίνισερ, μετουσιώνοντας σε δεκάδες γκολ την τέχνη και την φινέτσα συμπαικτών του όπως ο Σαβέβσκι, ο Μπατίστα, ο Σαββίδης, ο Σαμπανάτζοβιτς, ο Τσάρτας. 28 γκολ σε 34 ματς μέτρησε στην πρώτη του σαιζόν, το 1991-1992, συνδυάζοντας την πρωτιά στον πίνακα των σκόρερ με το πρωτάθλημα, 33 σε ισάριθμους αγώνες την επόμενη, επίδοση που όχι μόνο συνέβαλε στη διατήρηση του τίτλου του πρωταθλητή και του επάθλου του αρχισκόρερ, αλλά του χάρισε και το αργυρό ευρωπαϊκό παπούτσι, επίτευγμα που όμοιό του είχε κατορθώσει μόνο ο Θωμάς Μαύρος, το 1979. Στο τρίτο σερί πρωτάθλημα, αυτό του 1993-1994 έμεινε στα 11 γκολ, την επόμενη σαιζόν έπεσε στα 8 και τον τελευταίο ενάμιση χρόνο του στην Ένωση υπήρξε καθαρά αναπληρωματικός.




Ίσμαελ Μπλάνκο
2 φορές: 2008, 2009
Αδυνατούσε να ντριμπλάρει. Του έφευγαν αρκετά κοντρόλ. Διέθετε όμως εξόχως ποιοτικά και ποικίλα τελειώματα. Σουτ με το δεξί, με το αριστερό, κεφαλιές «ψαράκι», κεφαλιές με περιστροφή, τακουνάκι, λόμπα με μυτάκι, ψαλίδι. Ο αγαπημένος «Ζορό» της κιτρινόμαυρης κερκίδας «με το καλημέρα», στο ντεμπούτο του με το Δικέφαλο στο στήθος, απέναντι στον Ατρόμητο, για τη 2η αγωνιστική του πρωταθλήματος 2007-2008, σκόραρε δις και συνέχισε με το πόδι πατημένο στο γκάζι καθ’ όλη τη χρονιά. Έκλεισε με 19 γκολ σε 28 ματς για το πρωτάθλημα και μόνο το «σκάνδαλο Βάλνερ» ήταν αυτό που του στέρησε, δίπλα από το έπαθλο του πρώτου σκόρερ στη συλλογή του, το μετάλλιο του πρωταθλητή. Αλησμόνητα το 1-0 με κεφαλιά στην 4άρα επί του Ολυμπιακού, το σαν σε προπόνηση γκολ στην 4άρα επί του ΠΑΟΚ μέσα στην Τούμπα, το ψαλιδάκι στο φινάλε με τον Αστέρα Τρίπολης… Την επόμενη σαιζόν διπλασίασε τα βραβεία του, αγωνιζόμενος και στα 30 ματς, σκοράροντας 14 φορές. Την πρωτιά βέβαια τη μοιράστηκε με τον συμπατριώτη του, Λουτσιάνο Γκαλέτι, του ΟΣΦΠ. Θα μπορούσε πάντως να μονοπωλήσει την κορυφή, αλλά στο προτελευταίο λεπτό του τελευταίου ματς, με τον Εργοτέλη στο Ηράκλειο, απώλεσε πέναλτι. Η συνέχεια δεν ήταν ανάλογη για τον Ίσμαελ. Δεινοπάθησε κατά τη διάρκεια της σαιζόν 2009-2010 από τον προπονητή του, Ντούσαν Μπάγεβιτς, απομακρυνόμενος από το ρόλο του σέντερ φορ σε πολλά παιχνίδια, φτάνοντας να αγωνιστεί μέχρι και δεξί μπακ-χαφ(!), μένοντας στα 8 γκολ σε 29 ματς. Μόνο μετά τον ερχομό του Μανόλο Χιμένεθ, μετά από μήνες παρακμής, προς τα τέλη του Οκτώβρη του 2010, ξαναβρήκε τον εαυτό του. Ήταν αργά όμως για να επαναλάβει τα πεπραγμένα της πρώτης διετίας. Πρόλαβε τουλάχιστον να σημειώσει σε 22 αγώνες πρωταθλήματος 9 ακόμα τέρματα, 11 μακριά από τον Σισέ και την κορυφή.



Γιώργος Δέδες
1 φορά: 1976
Ένας από τους συνεπέστερους σκόρερ στην ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου, πρώτος σκόρερ όλων των εποχών στην ιστορία του Πανιωνίου στο πλαίσιο της Α’ Εθνικής με 151 γκολ και ήδη μία φορά αναδειχθείς κορυφαίος σκόρερ σαιζόν, συγκεκριμένα το 1970-1971, μετά από «μάχη» με το Μίμη Παπαϊωάννου, ο Γιώργος Δέδες τίμησε για μία τριετία (1974-1977) και τη φανέλα της ΑΕΚ και την παράδοση των μεγάλων επιθετικών της τελευταίας. Τα 15 τέρματα του πολύπειρου άσου την πρώτη του σαιζόν (1974-1975) τον κατέταξαν δεύτερο σκόρερ της ομάδας πίσω από τον 17σφαιρο Βάλτερ Βάγκνερ, η ίδια όμως σταθερή επίδοση και την αμέσως επόμενη χρονιά (1975-1976) αποδείχθηκε αυτή τη φορά επαρκής για να του χαρίσει όχι μόνο τα κιτρινόμαυρα, αλλά και τα πανελλήνια πρωτεία. Την τρίτη του σαιζόν ο Δέδες θα περιοριστεί σε αναπληρωματικός, θα σκοράρει μόνο μία φορά στο κύπελλο, θα απολαύσει όμως την πορεία μέχρι τα ημιτελικά του Κυπέλλου Ουέφα.




Ντούσαν Μπάγεβιτς
1 φορά: 1980
Η προπονητική καριέρα του Μπάγεβιτς έχει επισκιάσει την παικτική, τουλάχιστον στην Ελλάδα Κι όμως, ίσως ο ποδοσφαιριστής Μπάγεβιτς να υπήρξε ανώτερος του προπονητή. Έχω μελετήσει εκατοντάδες φύλλα εφημερίδων περασμένων δεκαετιών και σπάνια έχω ξανασυναντήσει τόσα πολλά αποθεωτικά προσωνύμια για έναν ποδοσφαιριστή, όχι από έναν, αλλά από διαφορετικούς ρεπόρτερ. «Πρίγκιπας», «Άρχοντας», «Αυτοκράτορας», «Τιτάνας», «Αρτίστας», «Μάγος». Ευτυχώς έχουν σωθεί βίντεο από τα χρόνια εκείνα που επιβεβαιώνουν το ταλέντο του Σέρβου σέντερ φορ. Ο Μπάγεβιτς υπήρξε ένας πλήρης επιθετικός –η ταχύτητα μόνο του έλειπε, πράγμα όχι όμως παράλογο για τη σωματοδομή του. Τεχνίτης όσο λίγοι, κόλλαγε την μπάλα πάνω του, ντρίμπλαρε με άνεση, πάσαρε με ακρίβεια, αλλά κυρίως σκόραρε με κάθε τρόπο. Ξεκίνησε με μόλις 4 γκολ στο πρωτάθλημα την πρώτη του σαιζόν (1977-1978), αφού είχε χάσει το α’ μισό λόγω τραυματισμού (βγήκε βέβαια πρώτος σκόρερ στο κύπελλο), γρήγορα όμως αποδείχτηκε οδοστρωτήρας, σμπαραλιάζοντας μαζί με το Θωμά Μαύρο τις αντίπαλες άμυνες. 24 γκολ και δεύτερος σκόρερ της λίγκας πίσω από το έτερον του ήμισυ το 1978-1979 (πρώτος πάλι στο κύπελλο), 25 γκολ και πρώτος το 1980-1981 (έβαλε και άλλα 12 το 1980-1981 προτού επιστρέψει στο Μόσταρ). Είναι ο μοναδικός ποδοσφαιριστής στην ιστορία που έχει αναδειχτεί πρώτος σκόρερ τόσο στο ελληνικό, όσο και στο γιουγκοσλαβικό πρωτάθλημα.



Χένρικ Νίλσεν
1 φορά: 1988
Το πιο αναπάντεχο όνομα στη λίστα. Ο άσημος Δανός που από την Β’ κατηγορία της πατρίδας του, στην παρθενική του σαιζόν εκτός συνόρων, στην Ελλάδα, κατάφερε κατευθείαν να αναρριχηθεί στην πρώτη θέση του πίνακα των σκόρερ. Καλός στο κεφάλι και με γρήγορο ξεπέταγμα, ο Νίλσεν σκόραρε 21 φορές και άφησε πίσω του με 16 τέρματα τον κάθε άλλο παρά «τελειωμένο» Θωμά Μαύρο. Είναι αλήθεια πάντως ότι τα 7 από τα 21 αυτά γκολ προήλθαν από πέναλτι, αφού ο Δανός είχε αναλάβει μόνιμος εκτελεστής εκείνη τη σαιζόν. Κορυφαία στιγμή του το καρέ τερμάτων στο 7-1 επί της Βέροιας για τη 10η αγωνιστική. Παρόλο που συνέχισε να σκοράρει ικανοποιητικά και την επόμενη σαιζόν (1988-1989), ο νέος του προπονητής, Ντούσαν Μπάγεβιτς, τον απέπεμψε στο μέσον της περιόδου και καθιέρωσε στη θέση του το Γιώργο Χριστοδούλου. Πιστώνεται πάντως μια θέση στη χρυσή βίβλο των Ενωσιτών πρωταθλητών, έχοντας προλάβει να συμμετάσχει σε 10 ματς και να σκοράρει 5 φορές στην πορεία προς τον τίτλο.



Αλέξης Αλεξανδρής
1 φορά: 1994
Για έναν ποδοσφαιριστή που ταυτίστηκε όσο λίγοι με την «παράγκα», βουτώντας για να εκμαιεύσει τα έτσι κι αλλιώς με ευκολία σφυριζόμενα εκείνες τις ημέρες πέναλτι, ομολογώντας αργότερα ανερυθρίαστα ότι δεν διστάζει να κλέβει και το παιδί του για να νικάει, η αποδοκιμασία είναι επιβεβλημένη. Εντούτοις αναμφίβολα επρόκειτο για έναν ικανότατο σκόρερ, με πάντα επίκαιρες τοποθετήσεις μέσα στην περιοχή και άψογες εκτελέσεις βολ-πλανέ. Τα χαρίσματα αυτά ήταν πασίδηλα και κατά τη χρυσή τριετία που αγωνίστηκε στην ΑΕΚ, πριν γαυροποιηθεί και εξαχρειωθεί. 11 γκολ σημείωσε στο πρωτάθλημα του 1991-1992, 14 σε αυτό του 1992-1993 και 24 στο τελευταίο, αυτό του 1993-1994, όταν και μοιράστηκε το βραβείο του πρώτου σκόρερ με τον παιχταρά και άξιο αντίπαλο Κριστόφ Βαζέχα. Ομορφότερο γκολ του το σουτ με το οποίο κεραυνοβόλησε τον Βάντσικ στο 2-0 επί του συνδιεκδικητή Παναθηναϊκού στη Φιλαδέλφεια.



Βασίλης Τσάρτας
1 φορά: 1996
Ο Βασίλης Τσάρτας χάρη στα μακρινά του σουτ, τις εκτελέσεις φάουλ και τα πέναλτι που αναλάμβανε αποτελούσε πάντα έναν επιτελικό μέσο με σταθερά υψηλή για τη θέση παραγωγή τερμάτων. Τη σαιζόν 1995-1996 όμως, όταν αγωνίστηκε ως δεξιός περιφερειακός επιθετικός στο 4-1-2-3 που εφάρμοσε εκείνη τη σαιζόν ο Ντούσαν Μπάγεβιτς, ο φύσει μέσος σκόραρε με την ευχέρεια πεπειραμένου φορ. Με 26 γκολ άφησε πίσω του τους επαγγελματίες του είδους της εποχής και άνοιξε το δρόμο για τη μεταγραφή του στην Πριμέρα Ντιβιζιόν και τη Σεβίλλη. Διθύραμβοι μπορούν να γραφτούν για τις ποδοσφαιρικές παραστάσεις του Τσάρτα, η αηδία όμως από την πρόσφατη εικόνα του αλλοτινού «El Mago», επιδιδόμενου σε μισάνθρωπα, ρατσιστικά, κάφρικα παραληρήματα μπλοκάρει το πληκτρολόγιο.



Ντέμης Νικολαΐδης
1 φορά: 1999
Πριν κοντύνει τον εαυτό του ξεπλένοντας απόπειρα κλοπής πρωταθλήματος από τραμπούκο ολιγάρχη και τους μπράβους του ή εκστομίζοντας σαμπρακοειδείς ισοαποστίτικες μπαρούφες που εξισώνουν θύτη με θύματα, ο Νικολαΐδης υπήρξε πρόεδρος της ΑΕΚ με ευεργετική για την Ένωση θητεία. Και ακόμα νωρίτερα υπήρξε όχι απλά ένας πρωτοκλασάτος ποδοσφαιριστής, αλλά ένας από τους πέντε-δέκα μεγαλύτερους θρύλους σε ολόκληρη τη σχεδόν 100ετή Ιστορία της ΑΕΚ. Οι εικόνες από την μόλις 11ετή επαγγελματική καριέρα του και μόλις 7ετή στα κιτρινόμαυρα (ευτυχώς έπαιξε σε μια εποχή με πλήρη τηλεοπτική κάλυψη των αγώνων) είναι εύγλωττες για την τεχνική του αρτιότητα. Οι αριθμοί του αποκαλυπτικοί. Ο μέσος όρος τερμάτων του στο ελληνικό πρωτάθλημα με το Δικέφαλο (125 γκολ / 189 ματς = 0.66) είναι καλύτερος από του Θωμά Μαύρου (174 γκολ / 278 ματς = 0.63), καλύτερος από του Μίμη Παπαϊωάννου (235 γκολ / 481 ματς = 0.49), καλύτερος από του Μίμη Παπαϊωάννου ακόμα κι αν αφαιρέσουμε τις τρεις τελευταίες σαιζόν του, όταν έπαιζε πίσω από τους Μαύρο-Μπάγεβιτς (223 γκολ / 398 ματς = 0.56), καλύτερος από του Ντούσαν Μπάγεβιτς (65 γκολ / 107 ματς = 0.61), καλύτερος από του Βασίλη Δημητριάδη (81 γκολ / 155 ματς = 0.52). Μόνο ο Νεστορίδης είναι απλησίαστος με 173 γκολ σε 208 ματς πρωταθλήματος (0.83).

Το πώς ο χαρισματικός αυτός σκόρερ κέρδισε μόνο ένα σχετικό βραβείο δεν πρέπει απαραίτητα να εκπλήσσει. Είναι άθλημα και συγκυριών το ποδόσφαιρο και σε δυσμενείς τέτοιες σκάλωσε το ενδεχόμενο μιας συχνότερης ετήσιας βράβευσης του Νικολαΐδη. Τη σαιζόν 1997-1998 έχασε 8 αγώνες λόγω τραυματισμών και έμεινε χωρίς αντίκρισμα το ρεκόρ των 8 συνεχόμενων αγωνιστικών που σκόραρε, το 1999-2000 καίτοι σημείωσε 22 γκολ, πραγματοποίησε τη σαιζόν της ζωής του ο ΑΕΚτζής Δημήτρης Ναλιτζής με τις φανέλες των Πανιωνίου και ΠΑΟΚ και με δύο παραπάνω έκοψε πρώτος το νήμα, το 2002-2003 αν και βρέθηκε να οδηγεί την κούρσα, έχασε το τελευταίο 1/3 της σαιζόν και σταμάτησε πρόωρα στα 12, 4 πίσω από τον Λύμπε, το 2001-2002 τον προσπέρασε τις δύο τελευταίες αγωνιστικές ο Αλεξανδρής. Τη μοναδική σαιζόν που ευθυγραμμίστηκαν οι πλανήτες, το 1998-1999, το κοντέρ του Ντέμη σταμάτησε στα 22 γκολ (σε 29 ματς). Αρκετά όμορφα σε εκτέλεση, όπως αυτό μέσα στην Τούμπα, όταν με υπέροχη τοποθέτηση και περιστροφή έστειλε για βρούβες τον προσωπικό του αντίπαλο πριν εκτελέσει ή όπως η βολίδα του στη Νέα Σμύρνη στην πρεμιέρα με τον Πανιώνιο. Όλα όμως ωχριούν μπροστά στο ποίημα απέναντι στον καλό πελάτη του Ολυμπιακό, όταν στόπαρε στον αέρα 30άρια μπαλιά, χόρεψε τον δύσμοιρο Ανατολάκη και με βολέ-κεραυνό βύθισε σε κατάθλιψη τον Ελευθερόπουλο, ενώ ο ίδιος έτρεχε για την Σκεπαστή…



Νίκος Λυμπερόπουλος
1 φορά: 2007
Ο τελευταίος μεγάλος Έλληνας επιθετικός, σκόρερ 103 επίσημων τερμάτων με τη φανέλα του Παναθηναϊκού σε 7 σαιζόν σε όλες τις επίσημες διοργανώσεις και αντιστοίχως 102 τερμάτων με τη φανέλα της ΑΕΚ, επίτευγμα που φανερώνει την αξία του, είχε ήδη αναδειχτεί μια φορά πρώτος σκόρερ της Α’ Εθνικής (2002-2003) προτού γίνει κομμάτι της κιτρινόμαυρης οικογένειας και στην τέταρτη σαιζόν του με την φανέλα της Ένωσης (2006-2007) επανέλαβε την προσωπική του επιτυχία. Στα 18 τεμάχια έκλεισε ο λογαριασμός για τον Λύμπε την εν λόγω περίοδο, με κορυφαία στιγμή το χατ-τρικ απέναντι στον Πανιώνιο τη 15η αγωνιστική και ομορφότερο γκολ ίσως το 4-1 επί της Κέρκυρας στην 11η.


2 σχόλια :

  1. Μπλάνκο μεγάλος γκολτζης!! Καθαρο φορ περιοχής που μύριζε το γκολ, αν έπεφτε σε νορμάλ ΑΕΚ θα προσφερε ακόμα περισσότερο. Το 15 που ηρθε Ο θρυλικός Χρύσανθος κ ειχε ακουστεί ξανα τοτε Ο Ισμαελ παλι θα μπορούσε να βοηθήσει.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Όσο μεγάλος παίχτης ήταν ο κοντός τόσο ντροπή και αηδία πλέον προκαλεί... Τσάτσος του γεωργιανου...

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Οι 10 δημοφιλέστερες αναρτήσεις της εβδομάδας