14 Μαρτίου 1968. Αθήνα,
Καλλιμάρμαρο Στάδιο. 60.000 θεατές παρακολουθούν τον αγώνα ρεβάνς ΑΕΚ-Βαρέζε
για τα ημιτελικά του Κυπέλλου Κυπελλούχων Ευρώπης. Η Ένωση έχει ηττηθεί στην
Ιταλία με σκορ 78-60 και καλείται να ανατρέψει αυτή τη διαφορά 18 πόντων για να
βρεθεί στον τελικό. 30 δευτερόλεπτα πριν το τέλος έχει καταφέρει να προηγείται
με 70-52 και της ανήκει η κατοχή για μια ολόκληρη τελευταία επίθεση. Η μπάλα
φτάνει στον πανύψηλο σέντερ της με το νο.6 στη φανέλα που περιμένει στα δεξιά
της ρακέτας. Ήδη από το 6ο λεπτό της αναμέτρησης παίζει κουτσαίνοντας, με
τραυματισμένο αστράγαλο. Ο χρόνος λιγοστεύει. Ξέρει ότι αν αστοχήσει και η
διαφορά παραμείνει στο +18, οι δύο ομάδες θα οδηγηθούν την επομένη σε τρίτο
αγώνα μπαράζ για να ξεκαθαρίσει εκεί η πρόκριση. Οι αφόρητοι πόνοι του, του
υποδεικνύουν ότι δε θα μπορέσει να συμμετάσχει στο τρίτο αυτό παιχνίδι. Οι
αντίπαλοι είναι όλοι αστέρες του ιταλικού μπάσκετ και ο ίδιος πολυτιμότατος για
τη δική του ομάδα. Δεν υπάρχει η πολυτέλεια να λείψει. 6 δεύτερα στο ρολόι. Μια
αριστερή στροφή για να ξεμαρκαριστεί και ένα τζαμπ σουτ. Η μπάλα πάει μέσα, ο
κόσμος παραληρεί, η ΑΕΚ βρίσκεται στον τελικό. Πρόκειται ίσως για το
σπουδαιότερο καλάθι στην ιστορία του Δικεφάλου και ο σκόρερ του δεν θα μπορούσε να είναι
κάποιος τυχαίος: είναι ένας από τους μεγαλύτερους Έλληνες καλαθοσφαιριστές όλων
των εποχών, ο Γιώργος Τρόντζος.